μπακέτα

μπακέτα

Νέα ελληνική-Ρωσικά λεξικό. . 1980.

Игры ⚽ Поможем написать реферат

Смотреть что такое "μπακέτα" в других словарях:

  • μπακέτα — η βλ. μπαγκέτα …   Dictionary of Greek

  • μπαγκέτα — και μπακέτα, η 1. μικρή ξύλινη ράβδος με την οποία ο αρχιμουσικός διευθύνει την ορχήστρα 2. (κατ επέκτ.) το πλήκτρο με το οποίο ο τυμπανιστής κτυπά το τύμπανο 3. κεντητό στόλισμα περικνημίδας. [ΕΤΥΜΟΛ. < γαλλ. baguette < ιταλ. bacchetta… …   Dictionary of Greek


Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»